υποδεκτικος

υποδεκτικος
    ὑποδεκτικός
    ὑπο-δεκτικός
    3
    устраиваемый для приема или в честь (кого-л.)
    

(δεῖπνον Plut.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "υποδεκτικος" в других словарях:

  • ὑποδεκτικός — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποδεκτικός — ή, όν, Α [ὑποδέκτης] 1. κατάλληλος να δέχεται μέσα του κάτι για εναποθήκευση («ὑποδεκτικὸν ταρίχων ἀγγεῑον», Σχόλ. Αριστοφ.) 2. φρ. «ὑποδεκτικὸν δεῑπνον» δείπνο υποδοχής, δείπνο για να καλωσορίσουν και να τιμήσουν κάποιον (Πλούτ.) …   Dictionary of Greek

  • ὑποδεκτικά — ὑποδεκτικός of neut nom/voc/acc pl ὑποδεκτικά̱ , ὑποδεκτικός of fem nom/voc/acc dual ὑποδεκτικά̱ , ὑποδεκτικός of fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικόν — ὑποδεκτικός of masc acc sg ὑποδεκτικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικαῖς — ὑποδεκτικός of fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικοῦ — ὑποδεκτικός of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτική — ὑποδεκτικός of fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικήν — ὑποδεκτικός of fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικάς — ὑποδεκτικά̱ς , ὑποδεκτικός of fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»